Σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα

Τι είναι τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα;

Τα Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα (ΣΜΝ), αλλιώς αφροδίσια νοσήματα είναι λοιμώξεις που μεταδίδονται κατά κύριο λόγο μέσω της σεξουαλικής επαφής.

 

Η δυσκολία στη σωστή διάγνωση των ΣΜΝ έγκειται στο γεγονός ότι παρουσιάζονται με παρόμοια συμπτωματολογία. Τα συμπτώματα είναι εξανθήματα, πληγές στην περιοχή των γεννητικών οργάνων, εξογκώματα πάνω ή γύρω από τα γεννητικά όργανα, ασυνήθιστη έκκριση υγρών από τον κόλπο και το πέος, φαγούρα, καθώς και πόνος ή κάψιμο κατά τη σεξουαλική επαφή ή την ούρηση. Τα πιο κοινά σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα είναι η γονόρροια (βλεννόρροια), τα χλαμύδια, η σύφιλη, ο έρπης των γεννητικών οργάνων, οι τριχομονάδες, η νόσος των ανθρωπίνων κονδυλωμάτων (ΗΡν) και η φθειρίαση του εφηβαίου. Η ηπατίτιδα Β όπως και το σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας (ΑΙDS) τα οποία συγκαταλέγονται στις χρόνιες λοιμώξεις δεν θα μας απασχολήσουν εδώ.

Σε αρκετές περιπτώσεις η προσβολή από ένα ΣΜΝ ενδέχεται να μη γίνει αντιληπτή, καθώς τα συμπτώματα μπορεί να είναι ασήμαντα ή και ανύπαρκτα, με αποτέλεσμα ο δυνητικά ασθενής να θέτει σε κίνδυνο, όχι μόνο τον εαυτό του, αλλά και το/τη σύντροφό του. Έστω και η υποψία προσβολής από τέτοιου είδους μεταδιδόμενη λοίμωξη πρέπει να οδηγεί στο γιατρό, προκειμένου να γίνει έλεγχος που θα θέσει τη διάγνωση του νοσήματος και ακολούθως την παροχή της κατάλληλης θεραπείας. Στις περισσότερες περιπτώσεις χρήζει αγωγής και ο/η ερωτικός σύντροφος. Η χρήση προφυλακτικού, η πλύση των γεννητικών οργάνων μετά από κάθε επαφή και η επίσκεψη στο γιατρό αμέσως μόλις διαπιστωθεί κάποιο σύμπτωμα, προτρέποντας και το σύντροφό του/της να κάνει το ίδιο, είναι η καλύτερη πρόληψη για την αποφυγή και μετάδοση τέτοιων λοιμώξεων.

Βακτηριακές

  • Η βλεννόρροια είναι μία από τις πιο συνηθισμένες μορφές των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων.
  • Η Γονόρροια και οι χλαμυδιακές λοιμώξεις προκαλούνται από το βακτήριο Ναϊσσέρια της γονόρροιας και τα Chlamydia trachomatis αντίστοιχα και εμφανίζονται κυρίως με κίτρινες ή λευκωπές εκκρίσεις υγρών από τον κόλπο ή το πέος, όπως το αίσθημα «καψίματος» κατά την ούρηση. Απαιτείται καλλιέργεια υγρού ή μοριακές μέθοδοι για τη διάγνωση και η θεραπεία περιλαμβάνει μια ενδομυϊκή ένεση αντιβιοτικού μαζί με αντιβιοτική αγωγή από το στόμα διάρκειας μιας ημέρας.
  • Η Σύφιλη οφείλεται στο βακτήριο treponema pallidum που μπορεί να παραμένει στον οργανισμό σε λανθάνουσα κατάσταση. Στην αρχική φάση παρουσιάζεται ως ανώδυνο έλκος στην περιοχή των γεννητικών οργάνων, του φάρυγγα ή του πρωκτού. Η διάγνωση γίνεται μέσω ορολογικών εξετάσεων και αντιμετωπίζεται πλήρως με αντιβιοτική αγωγή με πενικιλίνη. Αν η νόσος δεν αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, οδηγεί σε χρόνιες επιπλοκές του εγκεφάλου, της καρδιάς και σε μόνιμες δερματικές βλάβες.
  • Η Νόσος των ανθρώπινων κονδυλωμάτων (HPV) μεταδίδεται μέσω επαφής του δέρματος με την πάσχουσα περιοχή. Οι καλοήθεις μορφές εμφανίζονται ως εξογκώματα στα γεννητικά όργανα, ενώ κάποια στελέχη του θεωρούνται υπεύθυνα για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας. Η διάγνωση γίνεται μέσω κολποσκόπησης, πρωκτοσκόπησης και τεστ ΠΑΠ.

Οι HPV ιοί προκαλούν πλήθος αλλοιώσεων, καλοηθών και κακοήθων, στο δέρμα και τους βλεννογόνους του ανθρώπινου σώματος.

 

Η μόλυνση από τους HPV ιούς είναι σήμερα η πιο συχνή σεξουαλικώς μεταδιδόμενη μόλυνση σε γυναίκες και άνδρες. Αφορά έως και στο 80% του σεξουαλικά ενεργού πληθυσμού. Πρέπει να σημειώσουμε όμως ότι η μόλυνση από τους συγκεκριμένους ιούς δεν σημαίνει απαραίτητα και εκδήλωση νόσου. Έχουν περιγράφει μέχρι σήμερα περισσότεροι από 140 γονότυποι HPV. Οι τύποι 6,11,41,42,43,44,54,61,70,72 και 81 προκαλούν καλοήθεις αλλοιώσεις, όπως τα οξυτενή κονδυλώματα που μπορεί να εμφανιστούν στην είσοδο του κόλπου, στα μικρά χείλη του αιδοίου, στα μεγάλα χείλη του αιδοίου, στο περίνεο και τον πρωκτό.

 

Οι τύποι 16,18,31,33,35,39,45,51,52,53,55,56,57,58,59,68,73 και 82 ανευρίσκονται συχνά στους καρκίνους του τραχήλου της μήτρας (σε ποσοστό >95%), του κόλπου, του αιδοίου, του περινέου, του πρωκτού, του πέους και της στοματοφαρυγγικής κοιλότητας (σε ποσοστό 50%).

 

Ο HPV εισέρχεται στον οργανισμό από μικροαμιχές που δημιουργούνται κυρίως κατά:

 

  • Τη σεξουαλική επαφή
  • Τη στοματική σεξουαλική επαφή
  • Από την Πισίνα (Σπανίως)

 

Τα οξυτενή κονδυλώματα που αναπτύσσονται στα εξωτερικά γεννητικά όργανα είναι εμφανή με γυμνό μάτι και με αυτοεξέταση (αναφερόμαστε τότε σε κλινική νόσο).

 

Οι υπόλοιπες HPV βλάβες είναι επίπεδες και μπορούν να προκαλέσουν υποκλινική νόσο, δηλαδή δεν φαίνονται με γυμνό μάτι και χρειάζονται ιατρική εξέταση για να εντοπιστούν όπως το Τεστ-Παπανικολάου και η κολποσκόπηση.

Έρπης γεννητικών οργάνων

Ο έρπης των γεννητικών οργάνων οφείλεται στον ιό του απλού έρπητα (Herpes Virus Hominis). Υπάρχουν 2 τύποι ιού έρπητα. Ο τύπος I που είναι πιο συχνός στα χείλη του στόματος και ο τύπος II που είναι πιο συχνός στα γεννητικά όργανα. Ο έρπης μεταδίδεται κυρίως με την άμεση σεξουαλική επαφή με μολυσμένα γεννητικά όργανα και έχει χρόνο επώασης 2-5 μέρες. Επίσης, ο έρπης μπορεί να επιζήσει για λίγες ώρες στα πλαστικά καθίσματα της τουαλέτας, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα μόλυνσης των γεννητικών οργάνων από μη σεξουαλική μετάδοση. Στην αρχή εμφανίζονται μικρές φυσαλίδες που σπάνε σε 24 ώρες, σχηματίζοντας μικρά έλκη που συνοδεύονται με κνησμό και πόνο. Συνήθως τα έλκη αυτά εξαφανίζονται μετά από 3- 20 μέρες. Οι λεμφαδένες είναι διογκωμένοι και συχνά επώδυνοι.

Πρωτοζωικές

Η μόλυνση από Τριχομονάδες εκδηλώνεται με δύσοσμα υγρά από τον κόλπο, φαγούρα και ερεθισμό των γεννητικών οργάνων .Η διάγνωση γίνεται με καλλιέργεια υγρού και η θεραπευτική αγωγή πρέπει να λαμβάνεται και από τον ερωτικό σύντροφο για 7 ημέρες.

 

Οφείλεται στο πρωτόζωο Trichomonas Vaginalis. Μεταδίδεται κυρίως με τη σεξουαλική επαφή και έχει χρόνο επώασης 4-28 μέρες. Τα συμπτώματα είναι φαγούρα, συχνοουρία, και έκκριση κίτρινου δύσοσμου υγρού.

Ιογενής ηπατίτιδα

Η ιογενής ηπατίτιδα είναι μια μολυσματική ασθένεια του ήπατος. Το άτομο που νοσεί μπορεί να μην έχει κανένα σύμπτωμα ή μπορεί να παρουσιάσει ήπιες γαστρεντερικές ενοχλήσεις ή ακόμα πιο έντονα συμπτώματα και περιστασιακά πολύ σοβαρότερες ιατρικές επιπλοκές.

 

Η ηπατίτιδα Β, μεταδίδεται συνήθως με το αίμα, μπορεί όμως να μεταδοθεί με το σάλιο, το σπέρμα, τις κολπικές εκκρίσεις και άλλα υγρά του σώματος.

 

Ηπατίτιδα C: Η ετεροφυλοφιλική μετάδοση παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση αυτής της μορφής ηπατίτιδας, η οποία ευθύνεται σήμερα για το 90% των κρουσμάτων. Η ηπατίτιδα αναπτύσσεται, επίσης, ύστερα από μετάγγιση αίματος και είναι ιδιαίτερα καταστροφική, επειδή μισοί τουλάχιστον από αυτούς που μολύνονται μπορεί να πεθάνουν τελικά από κίρρωση ή καρκίνο του ήπατος, αν δεν θεραπευτούν εγκαίρως.

AIDS

Το ΑIDS είναι το αποτέλεσμα της μόλυνσης από τον ιό της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (ΗIV). Το ΗIV προκαλείται από την μόλυνση από τους ανθρώπινους ρετροϊούς ΗΙΥ1- ΗΡ/2.

 

Αυτοί μεταδίδονται από τη σεξουαλική επαφή, επαφή με αίμα – παράγωγα ή άλλα σωματικά υγρά. Κατά την εγκυμοσύνη ή με το μητρικό γάλα κατά τον θηλασμό. Όμως δεν μεταδίδεται με συνηθισμένες επαφές (φιλί, ίδιος χώρος εργασίας, τουαλέτα). Το σήμα κατατεθέν είναι η έκδηλη ανοσοανεπάρκειας που προκύπτει από μια προοδευτική ποσοτική – ποιοτική ανεπάρκεια της υπομονάδας των Τ λεμφοκυττάρων που αναφέρονται ως βοηθητικά κύτταρα Τ.

 

Τα κλινικά συμπτώματα είναι μεγάλη αδυναμία του οργανισμού λεμφαδενοπάθεια, διάρροια, πυρετός, έντονος βήχας. Δεν αναπτόσουν AIDS όλα τα άτομα που μολύνονται από τον ιό ΗIV. Οι ασθενείς με ΑΒ8 συχνά προσβάλλονται από ένα είδος πνευμονίας, την πνευμονική λοίμωξη Pneumodystis Curinii με ξηρό βήχα,  δύσπνοια και πυρετό. Επίσης, μπορεί να παρουσιάσουν μηνιγγίτιδα, ή μια ειδική μορφή καρκίνου (το σάρκωμα Kaposi) που αποτελεί σπάνιο τύπο καρκίνου του δέρματος, καθώς και όγκους του λεμφικού συστήματος, όπως το λέμφωμα Hodgikin.

 

 

Το επιστημονικό προσωπικό του Διαγνωστικού μας είναι πάντα στη διάθεσή σας, για παροχή τυχόν διευκρινίσεων ή και περισσότερων στοιχείων, σχετικά με τα ΣΜΝ.

Ποιες εξετάσεις πρέπει να κάνετε για τη διάγνωση των Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενων Νοσημάτων;

Οι εξετάσεις που πρέπει να κάνετε για τη διάγνωση των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων είναι οι εξής:

 

  • Ιός HPV (ιός των ανθρώπινων θηλωμάτων)

Με τεστ Παπανικολάου (τεστ Παπ).

  • Βακτηριδιακή κολπίτιδα

Μικροσκοπική εξέταση και καλλιέργεια. Πολλά εργαστήρια παρέχουν και το αντιβιόγραμμα, εφόσον έχει εντοπιστεί ο παθογόνος μικροοργανισμός.

  • Χλαμύδια – Γονόρροια

Για τις γυναίκες χρειάζεται τραχηλικό δείγμα. Για τους άνδρες σπέρμα, ούρα ή ουρηθρικό έκκριμα. Τα χλαμύδια ανιχνεύονται 30 ώρες μετά την προσβολή και η γονόρροια 48 ώρες μετά.

  • ΗIV (AIDS)

Με εξέταση αίματος. Ο ιός ανιχνεύεται 6 εβδομάδες έως 6 μήνες μετά την ύποπτη επαφή με φορέα του AIDS.

  • Σύφιλη

Με εξέταση αίματος. Τα αντισώματα ανιχνεύονται 3-90 ημέρες μετά την προσβολή.

  • Έρπης

Με εξέταση αίματος και καλλιέργεια της προσβεβλημένης περιοχής.

  • Ηπατίτιδα Β – Ηπατίτιδα C

Με εξέταση αίματος ή εξέταση που ανιχνεύει DNA /RNA του ιού σε ελάχιστο χρόνο μετά τη μόλυνση.

 

Η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία  ενός σεξουαλικά μεταδιδόμενου νοσήματος μπορεί να προσδώσει τελείως διαφορετική πορεία και πρόγνωση, ακόμη κι όταν πρόκειται για το πιο επικίνδυνο εξ αυτών, το AIDS.

 

Για τον λόγο αυτόν, οι ασθενείς είναι σημαντικό να υποβάλλονται σε ένα τακτικό προληπτικό έλεγχο για ΣΜΝ, ακόμα κι αν δεν έχουν συμπτώματα.